Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
tsk
01
Τσσ, Τουτ
used to express disapproval, disappointment, or annoyance
Παραδείγματα
Tsk, the bus is late again.
Τσκ, το λεωφορείο άργησε πάλι.
Tsk, I ca n't believe you forgot to do your homework again.
Τσκ, δεν μπορώ να πιστέψω ότι ξέχασες να κάνεις την εργασία σου πάλι.
to tsk
01
λέω 'τσκ', κάνω 'τσκ' ως έκφραση αποδοκιμασίας
utter `tsk,' `tut,' or `tut-tut,' as in disapproval



























