Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Trolling
01
τρόλλινγκ, τεχνική ψαρέματος τρόλλινγκ
a fishing technique where one or more fishing lines with baited hooks or lures are drawn through the water behind a moving boat
Παραδείγματα
Trolling allows anglers to target fish species that are spread out over a wide area.
Το trolling επιτρέπει στους ψαράδες να στοχεύουν είδη ψαριών που είναι διασκορπισμένα σε μια ευρεία περιοχή.
The captain adjusted the trolling speed to optimize the lure's action.
Ο καπετάνιος προσάρμοσε την ταχύτητα τράβηγμα για να βελτιστοποιήσει τη δράση του δολώματος.
Λεξικό Δέντρο
trolling
troll



























