Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
biracial
01
διφυλετικός, από δύο φυλές
representing or involving members of two different races
Παραδείγματα
The biracial child proudly embraces both sides of their cultural heritage, celebrating diversity and inclusivity.
Το διφυλετικό παιδί αγκαλιάζει με περηφάνια και τις δύο πλευρές της πολιτιστικής του κληρονομιάς, γιορτάζοντας την πολυμορφία και τη συμπερίληψη.
The biracial couple faced prejudice and discrimination from society but remained resilient in their love and commitment to each other.
Το διφυλετικό ζευγάρι αντιμετώπισε προκαταλήψεις και διακρίσεις από την κοινωνία, αλλά παρέμεινε ανθεκτικό στην αγάπη και τη δέσμευσή τους ο ένας για τον άλλο.
Λεξικό Δέντρο
biracial
racial
race



























