biochemical
bio
ˌbaɪoʊ
μπαιου
che
ˈkɛ
κε
mi
μι
cal
kəl
καλ
British pronunciation
/bˌa‍ɪə‍ʊkˈɛmɪkə‍l/

Ορισμός και σημασία του "biochemical"στα αγγλικά

biochemical
01

βιοχημικός, σχετικός με τις χημικές αντιδράσεις που συμβαίνουν σε ζωντανούς οργανισμούς

referring to processes or substances related to the chemical reactions that occur within living organisms
example
Παραδείγματα
Biochemical reactions in cells produce energy for cellular processes.
Οι βιοχημικές αντιδράσεις στα κύτταρα παράγουν ενέργεια για τις κυτταρικές διεργασίες.
Enzymes are biochemical catalysts that speed up chemical reactions in living organisms.
Τα ένζυμα είναι βιοχημικοί καταλύτες που επιταχύνουν τις χημικές αντιδράσεις στους ζωντανούς οργανισμούς.

Λεξικό Δέντρο

biochemically
biochemical
biochemistry
biochemist
App
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store