Biform
volume
British pronunciation/bˈɪfɔːm/
American pronunciation/bˈɪfɔːɹm/

Ορισμός και Σημασία του "biform"

01

having or combining two forms

word family

biform

biform

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store