LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Sunbaked
/sˈʌnbeɪkt/
/sˈʌnbeɪkt/
Adjective (2)
Ορισμός και Σημασία του "sunbaked"
sunbaked
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
ηλιόλουστη
dried out by heat or excessive exposure to sunlight
adust
baked
parched
scorched
02
ηλιόλουστη
baked or hardened by exposure to sunlight; not burned
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App