Stripling
volume
British pronunciation/stɹˈɪplɪŋ/
American pronunciation/ˈstɹɪpɫɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "stripling"

01

a juvenile between the onset of puberty and maturity

strip
ling

stripling

n
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store