Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
starkly
01
σαφώς, εμφανώς
in a way that is easily noticeable, highlighting a clear and obvious contrast
Παραδείγματα
The difference in temperature between day and night was starkly evident.
Η διαφορά θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας ήταν σαφώς εμφανής.
Her viewpoint contrasted starkly with that of her colleague.
Η άποψή της αντιπαραβαλλόταν σαφώς με αυτή του συναδέλφου της.
02
κατηγορηματικά, απότομα
in a blunt manner
03
σαφώς, ξεκάθαρα
in sharp outline or contrast
Λεξικό Δέντρο
starkly
stark



























