LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Benday
/ˈbɛndeɪ/
/ˈbendeɪ/
Verb (1)
Ορισμός και Σημασία του "benday"
to benday
ΡΉΜΑ
01
reproduce by the Benday process
word family
ben
day
benday
benday
Verb
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
bendable
bendability
bend to
bend the truth
bend the rules
benday process
bended
bender
bending
bendomino
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App