Spurting
volume
British pronunciation/spˈɜːtɪŋ/
American pronunciation/ˈspɝtɪŋ/

Ορισμός και Σημασία του "spurting"

01

propelled violently in a usually narrow stream

word family

spurt

spurt

Verb

spurting

Adjective
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store