LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Speeder
/spˈiːdɐ/
/ˈspidɝ/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "speeder"
Speeder
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a driver who exceeds the safe speed limit
word family
speed
speed
Verb
speeder
Noun
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
speedcore
speedboat
speed-reading
speed-ball
speed up
speedful
speedily
speediness
speeding
speeding ticket
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App