Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
someone
01
κάποιος, είς
a person who is not mentioned by name
Παραδείγματα
Someone left their umbrella in the hallway.
Κάποιος άφησε την ομπρέλα του στο διάδρομο.
Could someone please pass me the salt?
Θα μπορούσε κάποιος να μου περάσει το αλάτι, παρακαλώ;
Λεξικό Δέντρο
someone
some
one



























