Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
slow-moving
01
αργός, βραδύς
progressing or acting at a slow pace or speed
Παραδείγματα
The plot of the film was too slow-moving for some viewers.
Η πλοκή της ταινίας ήταν πολύ αργή για μερικούς θεατές.
He got stuck behind a slow-moving truck on the highway.
Κόλλησε πίσω από ένα φορτηγό αργής κίνησης στην εθνική οδό.



























