Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
skinless
01
χωρίς δέρμα, αποδερματισμένος
lacking skin or having had the skin removed
Παραδείγματα
The skinless tilapia fillets were pan-fried until crispy.
Τα φιλέτα τιλαπίας χωρίς δέρμα τηγανίστηκαν μέχρι να γίνουν τραγανά.
The skinless turkey thighs were tender and juicy, perfect for a Thanksgiving dinner.
Οι χωρίς δέρμα μηροί γαλοπούλας ήταν τρυφεροί και ζουμεροί, ιδανικοί για ένα δείπνο των Ευχαριστιών.
Λεξικό Δέντρο
skinless
skin



























