Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Singing
01
τραγούδι
the act of producing musical sounds with one's voice
02
κατάθεση, πληροφοριοδότηση
disclosing information or giving evidence about another
singing
01
ρευστός, ομαλός
smooth and flowing
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
τραγούδι
κατάθεση, πληροφοριοδότηση
ρευστός, ομαλός