Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
silently
Παραδείγματα
They exchanged looks and nodded silently.
Ανταλλάξανε ματιές και κούνησαν το κεφάλι σιωπηλά.
The students sat silently during the exam.
Οι μαθητές κάθισαν σιωπηλά κατά τη διάρκεια της εξέτασης.
Παραδείγματα
The cat moved silently across the floor.
Η γάτα κινήθηκε σιωπηλά στο πάτωμα.
The snow fell silently on the ground.
Το χιόνι έπεφτε σιωπηλά στο έδαφος.
03
σιωπηλά, υποκρυφίως
in a way that happens gradually or without being noticed, especially something negative
Παραδείγματα
The disease progressed silently over many years.
Η ασθένεια προχώρησε σιωπηλά για πολλά χρόνια.
Tensions grew silently beneath the surface.
Οι εντάσεις μεγάλωναν σιωπηλά κάτω από την επιφάνεια.
Λεξικό Δέντρο
silently
silent
sil



























