Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Shot put
01
σφαιροβολία, ρίψη σφαίρας
an athletic field event where competitors throw a heavy metal ball as far as possible within a marked circle
Παραδείγματα
She practiced her shot put technique every day to improve her strength and distance.
Εξασκούσε την τεχνική της στο σφυρίβηση σφαίρας κάθε μέρα για να βελτιώσει τη δύναμή της και την απόσταση.
The shot put competition was the final event of the track meet.
Ο διαγωνισμός σφαίρας ήταν η τελική διοργάνωση του αγώνα στίβου.



























