Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Shop assistant
01
υπάλληλος καταστήματος, πωλητής
someone whose job is to serve or help customers in a shop
Dialect
British
Παραδείγματα
The shop assistant greeted customers with a warm smile as they entered the store.
Ο βοηθός καταστήματος χαιρέτησε τους πελάτες με ένα ζεστό χαμόγελο καθώς μπήκαν στο κατάστημα.
She asked the shop assistant for help finding the perfect gift.
Ζήτησε από τον βοηθό καταστήματος να τη βοηθήσει να βρει το ιδανικό δώρο.



























