Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Shootout
01
συμπλοκή πυρών, καταπυρωνικός αγώνας
a fight involving shooting small arms with the intent to kill or frighten
02
πέναλτι, σουτάρουμα
a tiebreaker in hockey where players take turns trying to score on the opposing goalie
Παραδείγματα
Our team won the shootout, securing a crucial victory.
Η ομάδα μας κέρδισε τα πέναλτι, εξασφαλίζοντας μια κρίσιμη νίκη.
A brilliant save by the goalie ended the shootout.
Μια λαμπρή αποτροπή από τον τερματοφύλακα έβαλε τέλος στη διαδικασία των πέναλτι.



























