LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Session cookie
/sˈɛʃən kˈʊki/
/sˈɛʃən kˈʊki/
Noun (1)
Ορισμός και Σημασία του "session cookie"
Session cookie
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
a cookie that is stored temporarily and is destroyed when you close the link
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
session beer
session
sessile trillium
sessile polyp
sessile
sessions
sestet
set
set a beggar on horseback and he will ride to the devil
set a boundary
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App