LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Sensationalistic
/sɛnsˈeɪʃənəlˈɪstɪk/
/sɛnˌseɪʃənəˈɫɪstɪk/
Adjective (1)
Ορισμός και Σημασία του "sensationalistic"
sensationalistic
ΕΠΊΘΕΤΟ
01
αισθησιακός
provoking a strong reaction or interest rather than providing balanced or accurate information
scandalmongering
yellow(a)
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
download application
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
download langeek app
download
Download Mobile App