LanGeek
Dictionary
Μάθηση
Εφαρμογή για Κινητά
Επικοινωνήστε μαζί μας
Αναζήτηση
Self-destruction
/sˈɛlfdɪstɹˈʌkʃən/
/ˈsɛɫfdɪˈstɹəkts/
Noun (2)
Ορισμός και Σημασία του "self-destruction"
Self-destruction
ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΌ
01
the act of killing yourself
02
the act of destroying yourself
Παράδειγμα
Συναφή Λέξεις
self-destruct
self-destroy
self-depreciation
self-deprecating
self-denying
self-destructive
self-determination
self-digestion
self-directed
self-direction
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Κατεβάστε την Εφαρμογή
English
Français
Española
Türkçe
Italiana
русский
українська
tiếng Việt
हिन्दी
العربية
Filipino
فارسی
bahasa Indonesia
Deutsch
português
日本語
汉语
한국어
język polski
Ελληνικά
اردو
বাংলা
Nederlandse taal
svenska
čeština
Română
Magyar
Copyright © 2024 Langeek Inc. | All Rights Reserved |
Privacy Policy
Copyright © 2024 Langeek Inc.
All Rights Reserved
Privacy Policy
Κατεβάστε την Εφαρμογή
Κατεβάστε
Download Mobile App