seedy
see
ˈsi
σι
dy
di
ντι
British pronunciation
/sˈiːdi/
seedier

Ορισμός και σημασία του "seedy"στα αγγλικά

01

γεμάτο σπόρους, πλούσιο σε σπόρους

full of seeds
02

ύποπτος, εκφυλισμένος

morally degraded
03

αρρωστιάρικος, αδύναμος

somewhat ill or weak in appearance
example
Παραδείγματα
The man had a seedy complexion and seemed constantly fatigued.
Ο άνδρας είχε ένα ανθυγιεινό χρώμα δέρματος και φαινόταν συνεχώς κουρασμένος.
She felt seedy all day, unable to shake off the cold.
Αισθάνθηκε άσχημα όλη τη μέρα, αδυνατώντας να ξεφορτωθεί το κρυολόγημα.
04

παλιομοδίτικος, ατημέλητος

shabby and untidy
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store