sanctum
sanc
ˈsænk
σαινκ
tum
təm
ταμ
British pronunciation
/sˈɑːnktəm/

Ορισμός και σημασία του "sanctum"στα αγγλικά

01

ιερό, καταφύγιο

a private place where one can retreat for peace and solitude
example
Παραδείγματα
His study was his sanctum, where he could think and write without interruption.
Το γραφείο του ήταν το ιερό του, όπου μπορούσε να σκέφτεται και να γράφει χωρίς διακοπή.
She retreated to her sanctum, a quiet room filled with books and soft lighting, to meditate.
Αποσύρθηκε στο ιερό της, ένα ήσυχο δωμάτιο γεμάτο βιβλία και απαλό φωτισμό, για να διαλογιστεί.
02

ιερό, αγιαστήριο

a sacred place of pilgrimage
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store