roadworthiness
road
ˈroʊd
ρουντ
wor
wɜr
ουερρ
thi
ði
δι
ness
nɪs
νισ
British pronunciation
/ɹˈəʊdwəðɪnəs/

Ορισμός και σημασία του "roadworthiness"στα αγγλικά

Roadworthiness
01

καταλληλότητα για κυκλοφορία, κατάσταση οχήματος ασφαλούς για οδήγηση

the condition of a vehicle that makes it safe and suitable to be driven on the road
example
Παραδείγματα
Before taking the car on a long trip, ensure its roadworthiness by checking the tires and brakes.
Πριν πάτε το αυτοκίνητο σε μακρινό ταξίδι, βεβαιωθείτε για την κυκλοφορική του καταλληλότητα ελέγχοντας τα ελαστικά και τα φρένα.
The car failed the roadworthiness test due to a faulty exhaust system.
Το αυτοκίνητο απέτυχε στη δοκιμή κυκλοφοριακής καταλληλότητας λόγω ενός ελαττωματικού συστήματος εξάτμισης.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store