recant
re
ri
ρι
cant
ˈkænt
καιντ
British pronunciation
/ɹɪkˈɑːnt/

Ορισμός και σημασία του "recant"στα αγγλικά

to recant
01

ανακτώ, αποποιούμαι

to take back a statement or belief, especially publicly
example
Παραδείγματα
The politician currently faces pressure to recant his controversial statement made during the press conference.
Ο πολιτικός αντιμετωπίζει επί του παρόντος πίεση να ανακαλέσει την αμφιλεγόμενη δήλωσή του που έκανε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου.
The professor is recanting his views on the topic in light of recent research findings.
Ο καθηγητής ανακαλεί τις απόψεις του για το θέμα υπό το φως των πρόσφατων ερευνητικών ευρημάτων.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store