Purposive
volume
British pronunciation/pɜːpˈəʊsɪv/
American pronunciation/pɜːpˈoʊsɪv/

Ορισμός και Σημασία του "purposive"

01

having or showing or acting with a purpose or design

02

having a purpose

example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store