Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Publicist
01
δημοσιογράφος, ειδικός δημοσίων σχέσεων
a person whose job is to make a new actor, product, etc. known to the public
Λεξικό Δέντρο
publicist
public
publ
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
δημοσιογράφος, ειδικός δημοσίων σχέσεων
Λεξικό Δέντρο