Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
psychological
01
ψυχολογικός
connected with the scientific study of the human mind and its functions
Παραδείγματα
She sought psychological counseling to address her anxiety.
Αναζήτησε ψυχολογική συμβουλευτική για να αντιμετωπίσει το άγχος της.
Psychological factors can influence behavior and emotions.
Οι ψυχολογικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τη συμπεριφορά και τα συναισθήματα.
Λεξικό Δέντρο
psychologically
psychological



























