psycholinguistic
psy
ˌsaɪ
σαι
cho
koʊ
κου
ling
lɪng
λινγκ
uis
ˈwɪs
ουισ
tic
tɪk
τικ
British pronunciation
/sˌaɪkəʊlɪŋɡwˈɪstɪk/

Ορισμός και σημασία του "psycholinguistic"στα αγγλικά

psycholinguistic
01

ψυχογλωσσολογικός, σχετικός με την ψυχογλωσσολογία

relating to the study of how the mind processes language, combining psychology and linguistics
example
Παραδείγματα
Psycholinguistic studies investigate how children acquire language skills and develop linguistic competence.
Οι ψυχογλωσσολογικές μελέτες διερευνούν πώς τα παιδιά αποκτούν γλωσσικές δεξιότητες και αναπτύσσουν γλωσσική ικανότητα.
Eye-tracking experiments are commonly used in psycholinguistic research to analyze reading patterns and comprehension strategies.
Τα πειράματα παρακολούθησης της ματιάς χρησιμοποιούνται συνήθως στην ψυχογλωσσολογική έρευνα για την ανάλυση των προτύπων ανάγνωσης και των στρατηγικών κατανόησης.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store