Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Ballpen
01
στυλό, πολύγραφο
a pen that has a small metal ball as the point of transfer of ink to paper
Λεξικό Δέντρο
ballpen
ball
pen
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
στυλό, πολύγραφο
Λεξικό Δέντρο
ball
pen