Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Popsicle
01
γρανίτα, παγωτό σε ξυλάκι
a frozen dessert typically made from flavored water or fruit juice frozen around a stick
Παραδείγματα
She enjoyed a refreshing orange popsicle on a hot summer day.
Απόλαυσε ένα δροσιστικό γρανίτα πορτοκαλιού μια ζεστή καλοκαιρινή μέρα.
The kids eagerly lined up for popsicles after playing outside in the sun.
Τα παιδιά σχημάτισαν ανυπόμονα μια σειρά για γρανίτες μετά από παιχνίδι έξω στον ήλιο.



























