Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
ponderous
Παραδείγματα
The ponderous sofa would n't fit through the narrow hallway.
Ο βαρύς καναπές δεν χωρούσε στο στενό διάδρομο.
He made a ponderous turn in the oversized truck.
Έκανε μια βαρεία στροφή στο υπερμεγέθη φορτηγό.
02
βαρύς, βαρύβαρης
of great physical weight
Παραδείγματα
The ponderous safe required a forklift to move.
Το βαρύ χρηματοκιβώτιο απαιτούσε ένα ανυψωτικό για να μετακινηθεί.
He struggled to carry the ponderous stone up the hill.
Πάλεψε να σηκώσει τη βαρύ πέτρα στο λόφο.
03
βαρετός, βαρύς
possessing the quality of being very boring, slow, and serious, particularly used for speeches and writings
Παραδείγματα
The professor 's ponderous lecture made it hard for students to stay awake.
Η βαρετή διάλεξη του καθηγητή έκανε δύσκολο για τους φοιτητές να παραμείνουν ξύπνιοι.
His ponderous writing style often led readers to lose interest quickly.
Το βαρύ στυλ γραφής του συχνά οδηγούσε τους αναγνώστες να χάνουν γρήγορα το ενδιαφέρον τους.
Λεξικό Δέντρο
ponderously
ponderousness
ponderous
ponder



























