Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Pick-me-up
01
ενθαρρυντικό, ενεργειακό boost
something that makes one feel better or more energetic, especially when feeling tired or unmotivated
Παραδείγματα
She always carries a snack as a pick-me-up during long meetings.
Πάντα κουβαλάει ένα σνακ ως κέφι κατά τη διάρκεια μακρών συναντήσεων.
A short walk in the fresh air can be a great pick-me-up.
Ένας σύντομος περίπατος στον καθαρό αέρα μπορεί να είναι ένα εξαιρετικό κέφι.
02
αναζωογονητικό ποτό, ενεργειακό ποτό
a drink, often alcoholic, used to improve mood or energy or to help with a hangover
Παραδείγματα
They ordered a pick-me-up from the bar to boost their spirits.
Παρήγγειλαν ένα αναζωογονητικό ποτό από το μπαρ για να ανεβάσουν τη διάθεσή τους.
He ordered his usual morning pick-me-up at the café.
Παρήγγειλε το συνηθισμένο πρωινό του ανασταλτικό στο καφέ.



























