phonemic
pho
φα
ne
ˈni
νι
mic
mɪk
μικ
British pronunciation
/fɒnˈɛmɪk/

Ορισμός και σημασία του "phonemic"στα αγγλικά

01

φωνημικός, σχετικός με τις μικρότερες διακριτικές μονάδες ήχου σε μια γλώσσα

relating to the smallest distinctive units of sound in a language
example
Παραδείγματα
Teaching phonemic awareness in early childhood education supports literacy development.
Η διδασκαλία της φωνημικής ευαισθησίας στην προσχολική εκπαίδευση υποστηρίζει την ανάπτυξη της αλφαβητισμού.
In linguistics, phonemic analysis involves identifying and categorizing distinct speech sounds.
Στη γλωσσολογία, η φωνημική ανάλυση περιλαμβάνει την ταυτοποίηση και την κατηγοριοποίηση διακριτών ήχων ομιλίας.
01

φωνημικά

by phonemics
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store