pert
pert
pɜrt
περρτ
British pronunciation
/pˈɜːt/

Ορισμός και σημασία του "pert"στα αγγλικά

01

θρασύς, ζωηρός

lively, bold, and confident in a playful or appealing way
example
Παραδείγματα
Her pert smile and confident attitude made her stand out in the crowd.
Το ζωηρό χαμόγελό της και η σίγουρη στάση της την έκαναν να ξεχωρίζει στο πλήθος.
The pert replies she gave during the interview showed her quick wit and charm.
Οι ζωηρές απαντήσεις που έδωσε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης έδειξαν την γρήγορη ευφυΐα και τη γοητεία της.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store