Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
pathogenic
01
παθογόνος, επιβλαβής
capable of causing disease
Παραδείγματα
Bacteria like Salmonella are pathogenic and can cause food poisoning.
Βακτήρια όπως η Salmonella είναι παθογόνα και μπορούν να προκαλέσουν δηλητηρίαση από τρόφιμα.
The influenza virus is highly pathogenic and spreads easily among populations.
Ο ιός της γρίπης είναι ιδιαίτερα παθογόνος και εξαπλώνεται εύκολα μεταξύ των πληθυσμών.
Λεξικό Δέντρο
pathogenic
pathogen



























