Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
aweary
Παραδείγματα
She sat down, feeling aweary after a long day of work.
Κάθισε, νιώθοντας κουρασμένη μετά από μια μακρά μέρα δουλειάς.
The knight, aweary from battle, sought rest at a nearby inn.
Ο ιππότης, κουρασμένος από τη μάχη, αναζήτησε ανάπαυση σε ένα κοντινό πανδοχείο.



























