Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
avuncular
01
θείος, σαν θείος
uncle-like in character
Παραδείγματα
At every family reunion, his avuncular presence brought laughter to the kids.
Σε κάθε οικογενειακή συνάντηση, η θείικη του παρουσία έφερνε γέλια στα παιδιά.
The old photograph showed him in an avuncular pose with his nieces on his knee.
Η παλιά φωτογραφία τον έδειχνε σε μια θείικη στάση με τις ανηψιές του στα γόνατά του.
02
προστατευτικός, υποστηρικτικός
warmly supportive or protective toward someone younger or less experienced
Παραδείγματα
The professor 's avuncular guidance helped me navigate my first research project.
Η θείικη καθοδήγηση του καθηγητή με βοήθησε να πλοηγηθώ στο πρώτο μου ερευνητικό έργο.
The senior editor adopted an avuncular tone in her feedback on my draft.
Η ανώτερη συντάκτρια υιοθέτησε έναν θείικο τόνο στα σχόλιά της για το προσχέδιό μου.



























