Pallidly
volume
British pronunciation/pˈalɪdli/
American pronunciation/pˈælɪdli/

Ορισμός και Σημασία του "pallidly"

01

in a manner lacking interest or vitality

word family

pallid

pallid

Adjective

pallidly

Adverb
example
Παράδειγμα
download-mobile-app
Κατεβάστε την εφαρμογή μας για κινητά
Langeek Mobile Application
Κατεβάστε την Εφαρμογή
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store