Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Paean
01
ύμνος επαίνου, ωδή δοξολογίας
an expression of tribute, praise, or thanksgiving
Παραδείγματα
The retiring CEO received a heartfelt paean from the board.
Ο συνταξιούχος Διευθύνων Σύμβουλος έλαβε έναν εγκάρδιο παιάνα από το διοικητικό συμβούλιο.
Her memoir is a paean to resilience and self-discovery.
Τα απομνημονεύματά της είναι ένας παιάνας στην ανθεκτικότητα και την αυτοανακάλυψη.



























