Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
to overexpose
01
υπερέκθεση, εκτίθεται σε πάρα πολύ φως
expose to too much light
02
υπερεκτίθεμαι, εκθέτω υπερβολικά
expose excessively
Λεξικό Δέντρο
overexpose
expose
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
υπερέκθεση, εκτίθεται σε πάρα πολύ φως
υπερεκτίθεμαι, εκθέτω υπερβολικά
Λεξικό Δέντρο