Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
01
οστό, σκελετός
rigid connective tissue that makes up the skeleton of vertebrates
02
στόμα, άνοιγμα
a mouth or mouthlike opening
03
το αριστερό μάτι, το μάτι στα αριστερά
the left eye
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
οστό, σκελετός
στόμα, άνοιγμα
το αριστερό μάτι, το μάτι στα αριστερά