organist
or
ˈɔr
ορ
ga
γκα
nist
nəst
ναστ
British pronunciation
/ˈɔːɡɐnˌɪst/

Ορισμός και σημασία του "organist"στα αγγλικά

01

οργανοπαίκτης, μουσικός που παίζει όργανο

a musician who plays the organ
organist definition and meaning
example
Παραδείγματα
The organist performed a stunning piece during the church service.
Ο οργανίστας εκτέλεσε ένα εντυπωσιακό κομμάτι κατά τη διάρκεια της λειτουργίας.
She has been the lead organist at the cathedral for over a decade.
Είναι η κύρια οργανίστρια του καθεδρικού ναού για περισσότερο από μια δεκαετία.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store