noteworthy
note
ˈnoʊt
νουτ
wor
ˌwɜr
ουερρ
thy
ði
δι
British pronunciation
/nˈə‍ʊtwɜːði/

Ορισμός και σημασία του "noteworthy"στα αγγλικά

noteworthy
01

αξιοσημείωτος, αξιοπρόσεκτος

deserving of attention due to importance, excellence, or notable qualities
example
Παραδείγματα
Her performance in the play was noteworthy, earning praise from critics and audiences alike.
Η απόδοσή της στο έργο ήταν αξιοσημείωτη, κερδίζοντας επαίνους τόσο από τους κριτικούς όσο και από το κοινό.
The company 's commitment to sustainability is noteworthy in today's business world.
Η δέσμευση της εταιρείας για τη βιωσιμότητα είναι αξιοσημείωτη στον σημερινό επιχειρηματικό κόσμο.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store