Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Newcomer
01
νέος άφιχθείς, νέος συμμετέχων
any new participant in some activity
02
νέος άφιχθείς, πρωτάρης
a recent arrival
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
νέος άφιχθείς, νέος συμμετέχων
νέος άφιχθείς, πρωτάρης