Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
Neigh
01
χλιμίντρισμα, ήχος του αλόγου
the high-pitched sound made by a horse
to neigh
01
χλιμιντρίζω
to make a high-pitched sound of a horse
Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
χλιμίντρισμα, ήχος του αλόγου
χλιμιντρίζω