atrial
at
ˈæt
αιτ
rial
rɪəl
ριαλ
British pronunciation
/ˈætɹɪəl/

Ορισμός και σημασία του "atrial"στα αγγλικά

01

προκαρδιακός, ατριακός

relating to the atria, which are the upper chambers of the heart
example
Παραδείγματα
Atrial fibrillation is a common heart rhythm disorder characterized by irregular contractions of the atria.
Η προκολπική μαρμαρυγή είναι μια κοινή διαταραχή του καρδιακού ρυθμού που χαρακτηρίζεται από ακανόνιστες συσπάσεις των κόλπων.
The atrial septum separates the right and left atria of the heart.
Το προκολπικό διάφραγμα χωρίζει το δεξιό και το αριστερό κόλπο της καρδιάς.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store