Αναζήτηση
Επιλέξτε τη γλώσσα του λεξικού
nationwide
01
σε εθνικό επίπεδο, σε όλη τη χώρα
in a manner involving the entire nation or country
Παραδείγματα
The new policy will be implemented nationwide to ensure consistency.
Η νέα πολιτική θα εφαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο για να διασφαλιστεί η συνέπεια.
The product launch will be promoted nationwide through various marketing channels.
Η κυκλοφορία του προϊόντος θα προωθηθεί σε εθνικό επίπεδο μέσω διαφόρων καναλιών μάρκετινγκ.
nationwide
01
εθνικός, σε εθνικό επίπεδο
existing or occurring across a country
Παραδείγματα
The company 's nationwide advertising campaign reached consumers in every corner of the country.
Η εθνική διαφημιστική καμπάνια της εταιρείας έφτασε στους καταναλωτές σε κάθε γωνιά της χώρας.
The nationwide vaccination campaign aimed to immunize the entire population against the virus.
Η εθνική εκστρατεία εμβολιασμού είχε ως στόχο να ανοσοποιήσει ολόκληρο τον πληθυσμό έναντι του ιού.
Λεξικό Δέντρο
nationwide
nation
wide



























