mummer
mu
ˈmʌ
μα
mmer
mər
μαρ
British pronunciation
/mˈʌmɐ/

Ορισμός και σημασία του "mummer"στα αγγλικά

01

μίμος, ηθοποιός με μάσκα

a performer who wears elaborate costumes and masks to entertain audiences through pantomime, dance, or song
example
Παραδείγματα
The mummer delighted spectators with his colorful costume and lively performance during the parade.
Ο μίμος ενθουσίασε τους θεατές με το πολύχρωμο κοστούμι του και τη ζωντανή του παράσταση κατά τη διάρκεια της παρέλασης.
As a mummer, she brought laughter and joy to the festival with her playful antics and spirited dances.
Ως μίμος, έφερε γέλιο και χαρά στο φεστιβάλ με τις παιχνιδιάρικες φαντασιοπληξίες και τους ζωηρούς χορούς της.
LanGeek
Κατεβάστε την Εφαρμογή
langeek application

Download Mobile App

stars

app store